- πάσχουσιν
- πάσχωhavepres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic)πάσχωhavepres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εξωτικός — και ξωτικός, ή και ιά, ό (AM ἐξωτικός, ή, όν) αυτός που προέρχεται από το εξωτερικό, ξένος («εξωτικά φυτά») μσν. νεοελλ. 1. ασυνήθιστος, αλλόκοτος 2. ο υπερβολικά όμορφος («εξωτική ομορφιά») 3. το θηλ. ως ουσ. (ε)ξωτικιά και ξωθιά α) νεράιδα β)… … Dictionary of Greek
ГРИГОРИЙ ПАЛАМА — [Греч. Γρηγόριος Παλαμᾶς] (ок. 1296, К поль 14.11.1357, Фессалоника), свт. (пам. 14 нояб., переходящее празд. во 2 ю Неделю Великого поста), архиеп. Фессалоникийский, отец и учитель Церкви. Жизнь Источники Свт. Григорий Палама. Икона. Посл. треть … Православная энциклопедия